- φιλογεωργια
- φιλογεωργίαφιλο-γεωργίαἥ любовь к земледелию Xen.
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
φιλογεωργία — ἡ, Α [φιλογέωργος] η αγάπη για τη γεωργία και τις γεωργικές εργασίες … Dictionary of Greek
φιλογεωργίαν — φιλογεωργίᾱν , φιλογεωργία fondness for husbandry fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)